Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2010

ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ ΣΤΟ ΟΡΟΣ



Είναι δειλινό. Κατεβαίνουν μέσα στον ήλιο ένας ένας και πηγαίνουν στο καθολικό, που στέκει με το βαθύ κόκκινο χρώμα του στην αυλή. Η πυκνή μοναστική πόλη ξύπνησε από τη νάρκη του μεσημεριού. Εσπερινός .

Πρώτα φαίνονται οι γέροι. Τους χρειάζεται ώρα να φτάσουν, και ξεκινούν νωρίς. Έπειτα ακούγεται το στερεό και γρήγορο βήμα των νέων. Τα νιάτα τους δεν ξεχνούν το λύγισμά τους μέσα στο ράσο.. Μερικοί από αυτούς είναι ανήσυχες σερπαντίνες, άλλοι κρατούν το παράστημα ολόισιο, λεπτό και σεμνό κιονίσκο βυζαντινού τρούλου. Η φορεσιά τους περιποιημένη. Το ράσο ολοκαίνουργιο. Το επανωκαλυμάυχο άψογο.



Όταν μπήκα στο καθολικό και είδα τους μαύρους τους ίσκιους να γεμίζουν το εσωτερικό του ναού κρυμμένοι στα στασίδια, εντοιχισμένοι σχεδόν, δίστασα να πάρω τη θέση που μου έδωσαν στο στασίδι. εκτελούσαν την ακολουθία του εσπερινού με σοβαρότητα, όπως ο καλός τεχνίτης το έργο του. Ένοιωθα λοιπόν πως κανείς λαϊκός δεν έχει δουλειά εκεί. Ζήτησα κάποια γωνία. Όλες οι γωνίες ήταν πιασμένες. με δυσκολία βρήκα ένα απόμακρο στασίδι για να παρακολουθήσω όλη αυτή την τελετική αυστηρότητα.

Οι καλόγεροι είναι τοποθετημένοι όπως πάντα, κατά τάξη ιεραρχίας και αξίας. Λάθη στο πρωτόκολλο δεν επιτρέπονται. Όρθιοι κρατούν τα στασίδια τους.

Το κανονάρχημα γίνεται σύμφωνα με την μοναστηριακή του παράδοση.

Ο κανονάρχης που είναι πάντα καλόγερος, πηγαίνει αδιάκοπα από τον δεξιό στον αριστερό ψάλτη, επειδή ο ίδιος είναι υποχρεωμένος να κανοναρχήσει και τους δύο. Ήσυχα ανεμίζει στις πλάτες του το ειδικό του ένδυμα , μαύρος αυλακωτός μανδύας προορισμένος για την υπηρεσία αυτήν.

Στον πρώτο νάρθηκα ( λιτή ) στέκουν οι κουρασμένοι, οι λιγότερο χρήσιμοι για την ακολουθία. Στον εξωνάρθηκα οι εντελώς γέροι….



…..όλα είναι μοναστηρίσια, όλα αυστηρά και θλιβερά εκεί μέσα. Δειλινό. Ας λάμπει ο ήλιος έξω, ας πρασινίζουν οι ράχες, ας πηδάει το κύμα. Το μοναστήρι έχει την εργασία του. Ο εσπερινός κρατεί πολλή ώρα.

Ενώ οι καλόγεροι διαβάζουν και ψέλνουν, ο μετέωρος παντοκράτορας,από το ύψος που τον ανέβασαν οι αρχιτέκτονες, αγρυπνεί σε όλη αυτή την τυπικότητα,ακούει, βλέπει, και είναι αυστηρός για κάθε παράλειψη για κάθε μετάνοια που δεν ήταν τόσο βαθειά ώστε να πονέσουν τα κόκαλα των γονάτων.

Από την ζωή του μοναστηριού ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ